Ο Γκωτιέ έφερε μαζί του μια σειρά από κορυφαίους παριζιάνους λογοτέχνες: τον Αλέξανδρο Δουμά, τον Ζεραρ ντε Νερβάλ, τον Βίκτωρ Ουγκώ, τον Σαρλ Μπωντλαιρ, τον Ευγένιο Ντελακρουά, τον Ονορέ ντε Μπαλζάκ, και πολλούς άλλους. Η ομάδα, που αυτοαποκαλούνταν «Η Λέσχη του Χασίς», θα βρισκόταν τακτικά μεταξύ 1844 και 1849 στο Hôtel Lauzun.
Εκεί, ντύνονταν τελετουργικά με αραβικά ρούχα, έπιναν δυνατό καφέ εμπλουτισμένο με γενναιόδωρες δόσεις χασίς, το οποίο ο Μορό αποκαλούσε, κατά τα αραβικά, «dawamesk». Η ομάδα έφτιαχνε το «αφέψημα» αναμειγνύοντας χασίς, κανέλα, γαρίφαλο, μοσχοκάρυδο, φιστίκι, ζάχαρη, χυμό πορτοκαλιού, βούτυρο και καθαριδίνη. Κάποιοι από αυτούς θα έγραφαν για αυτές τις εμπειρίες τους.
Το 1798 ο Ναπολέων εισέβαλε στην Αίγυπτο, το πρώτο βήμα της εκστρατείας προς την οικοδόμηση ενός γαλλικού βασιλείου που θα άνοιγε το δρόμο προς την Ινδία. Τελικά εκδιώχθηκε το 1801. Είχε προλάβει, όμως, να κάνει μια νέα ανακάλυψη: το χασίς. Παρόλο που η κατοχή και η κατανάλωσή του σύντομα απαγορεύτηκε, οι στρατιώτες που γύρισαν πίσω στην πατρίδα τους, έφεραν μαζί τους την κάνναβη. Το αποτέλεσμα ήταν η σταδιακή μετάδοσή της στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Γαλλία.
Ακολούθησαν οι τακτικές εισαγωγές χασίς, δηλαδή τα ξηρά φύλλα κάνναβης, και σύντομα μπορούσε να αγοραστεί σε οποιοδήποτε φαρμακείο, καθώς οι ιατρικοί κύκλοι άρχισαν να δείχνουν τεράστιο ενδιαφέρον για το εξωτικό αυτό φυτό από την Ανατολή. Ιδιαίτερα ο Δρ Ζακ-Ζοζέφ Μορό (1804-1884), άρχισε να ερευνά με τις ιδιότητές του. Το 1840, ο Μορό κατάπιε κάποια φύλλα κάνναβης, ώστε να συντάξει μια εμπεριστατωμένη έκθεση σχετικά με τα μεθυστικά αποτελέσματα της. Βίωσε ένα μείγμα ευφορίας, παραισθήσεων και έλλειψης συνοχής, μια εξαιρετικά ταχεία ροή των ιδεών. Καθώς το «φάρμακο» νόθευε τις αισθήσεις του αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ινδικά χοιρίδια για πειραματόζωα.
Το 1844 ο Μορό συνάντησε το Γάλλο φιλόσοφο, συγγραφέα και δημοσιογράφο Θεόφιλο Γκωτιέ (1811-1872), που βρισκόταν στην καρδιά των πνευματικών κύκλων και του πνευματικού κινήματος της εποχής, του Ρομαντισμού. Ο Μορό εντυπωσιάστηκε με τις θεωρίες του Γκωτιέ και το μανιφέστο του Ρομαντισμού που έδινε έμφαση στην πρόκληση ισχυρής συγκίνησης μέσω της τέχνης καθώς και στο συναίσθημα αντί της λογικής. Από την πλευρά του ο Γκωτιέ έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για τις θεωρίες του Μορό και συγκεκριμένα για τις περιγραφές του δόκτορα για την «πνευματική μέθη» της κάνναβης, που τη θεωρούσε προτιμότερη από την «επαίσχυντη βαριά μέθη» του αλκοόλ.
Τεχνητοί Παράδεισοι
Το καλύτερο κομμάτι του Μπωντλαίρ για το χασίς, βγήκε στη δημοσιότητα το 1860 με τίτλο «Τεχνητοί Παράδεισοι» όπου συγκρίνει το χασίς με το κρασί, ως μέσο επέκτασης της ατομικότητας. Για τον ίδιο, «μεταξύ των ναρκωτικών πιο αποτελεσματικό για τη δημιουργία αυτού που εγώ αποκαλώ τεχνητό ιδανικό, εξαιρώντας το αλκοόλ που διεγείρει γρήγορα και προκαλεί έναν ακαθάριστο παροξυσμό ανεβάζοντας το επίπεδο της πνευματικής δύναμης, και τα αρώματα, των οποίων η υπερβολική χρήση, αν και διεγείρει τη φαντασία, φθείρει σταδιακά τις φυσικές δυνάμεις, οι δύο πιο ενεργητικές ουσίες, οι πιο βολικές και εύχρηστες, είναι το χασίς και όπιο».
Ενάμιση αιώνα μετά, οι σημειώσεις του Μπωντλαίρ δίνουν και άλλο φως:
«Στην αρχή, μια παράλογη, ακαταμάχητη αίσθηση σε διαπερνά. Οι πιο συνηθισμένες λέξεις, οι πιο απλές ιδέες παίρνουν μια νέα και παράξενη πτυχή Αυτό το κέφι είναι ανυπόφορο, αλλά δεν ωφελεί να προσπαθήσει κανείς να αντισταθεί. Ο δαίμονας έχει εισβάλει. Μια ατελείωτη σειρά από λογοπαίγνια και εντελώς απίθανες σχέσεις από ιδέες σχηματίζονται απολύτως ταιριαστά και ξεπερνούν τους ικανότερους τεχνίτες σκέψεων.
Όμως, μετά από λίγα λεπτά, η σχέση μεταξύ των ιδεών γίνεται τόσο ασαφής, και το νήμα της σκέψης μεγαλώνει τόσο, ώστε μόνο ομοϊδεάτες σου μπορούν να σε καταλάβουν. Ακούς τα χρώματα, τα χρώματα γίνονται μουσική, κάθεσαι πάνω στην πίπα σου, και η πίπα σου σε καπνίζει, εκπνέεις τον εαυτό σου μέσα από μπλε σύννεφα. Αυτή τη φαντασιοπληξία συνεχίζεται για μια αιωνιότητα, με κάποια διαυγή διαστήματα, και μια μεγάλη προσπάθεια να κοιτάξεις το ρολόι. Η αιωνιότητα αποδεικνύεται ότι ήταν μόνο ένα λεπτό.
Η τρίτη φάση είναι πέρα από κάθε περιγραφή. Είναι αυτό που οι Ανατολίτες ονομάζουν « kef », είναι πλήρης ευτυχία. Όλα σταματούν να στροβιλίζονται, και περνάς σε μια ήρεμη και γαλήνια μακαριότητα. Κάθε φιλοσοφικό πρόβλημα έχει επιλυθεί. Κάθε δύσκολη ερώτηση που φέρνει την απόγνωση στους στοχαστικούς άνδρες, γίνεται σαφής και διαφανής. Κάθε αντίφαση έχει συμφιλιωθεί. Ο άνθρωπος έχει ξεπεράσει τους θεούς».
The Club des Hashischins (sometimes also spelled Club des Hashishins or Club des Hachichins, “Club of the Hashish-Eaters”) was a Parisian group dedicated to the exploration of drug-induced experiences, notably with hashish. Members included Victor Hugo, Alexandre Dumas, Charles Baudelaire, Gérard de Nerval, and Honoré de Balzac.
Several drugs like hashish and opium were increasingly well known in Europe by the beginning of the nineteenth century. At that time, the use of these drugs was widespread among scientific and literary circles for purposes of recreation.
The Armée d’Orient, along with a contingent of 151 scientists and anthropologists from the Commission des Sciences et des Arts, brought quantities of hashish home with them from Napoleon‘s expedition to Egypt. The French conquest of Algeria of 1830 to 1847 further increased the popular consumption of hashish.
The club was active from about 1844 to 1849 and counted the literary and intellectual elite of Paris among its members, including Dr. Jacques-Joseph Moreau, Théophile Gautier, Charles Baudelaire, Gérard de Nerval, Eugène Delacroix and Alexandre Dumas. Monthly “séances” were held at the Hôtel de Lauzun (at that time Hôtel Pimodan) on the Île Saint-Louis.
Gautier wrote about the club in an article entitled “Le Club des Haschischins“, published in the Revue des Deux Mondes in February 1846. The article described his first visit:
“One December evening, obeying a mysterious summons, drafted in enigmatic terms understood by affiliates but unintelligible for others, I arrived in a distant quarter, a sort of oasis of solitude in the middle of Paris that the river, surrounding it with its two arms, seems to defend against the encroachments of civilization. It was in an old house on the island of Saint-Louis, the Hotel Pimodan, built by Lauzun, that the bizarre club of which I was a member recently held its monthly sittings where I was to attend for the first time.”
While he is often cited as the founder of the club, in the article Gautier says he was attending their séances for the first time that evening and made clear that others were sharing a familiar experience with him.
During this period Jacques-Joseph Moreau, who specialized in the sociological concept of social alienation, studied the effects of regularly consuming hashish. Moreau studied this product according to his travels between 1837 and 1840 in Egypt and Syria, and Asia Minor. Back in France, he continued to experiment on himself and published in 1845 a book entitled Hashish and mental alienation in which he establishes an equivalence between dream, hallucination and hashish delirium. This book is the first made by a scientist about a drug.